Αποσπάσματα
από το βιβλίο Πληγωμένες Σχέσεις, Ένθεες Συνθέσεις
Οι μύχιες κινήσεις της ψυχής και η απαρχή του Αγιασμού
"Τι σημαίνει «γνώθι σαυτόν»; Να αντιλαμβάνεσαι αμέσως τη διάθεση της ψυχής ύστερα από κάθε γεγονός, κάθε συνάντηση, κάθε πράξη. Προς τα πού κινείται; Προς την αγαθότητα η την κακότητα; Προς την αγάπη η την αγανάκτηση; Προς την ευσπλαχνία η τη σκληροκαρδία;
Κάποτε ο π. Πορφύριος κινδύνευσε να χάσει τη χάρη διότι πήγε να δείξει μεγαλύτερη εύνοια σε συγγενικό του πρόσωπο. Κατάλαβε εκ πείρας πως, αν δεν αγαπάς κάθε άνθρωπο εξίσου, δεν μπορείς να διατηρήσεις τη θεία χάρη. Και εμείς κολλάμε στο γράμμα, στον τύπο, στα εξωτερικά γεγονότα.
Η αγιότητα ξεκινά από τα μύχια της ψυχής. Όποιος προσέχει τις κινήσεις της καρδίας του και φροντίζει να μεταδίδει πάντοτε αγαθή διάθεση προς όλους, ανεξαιρέτως, γρήγορα θα προχωρήσει στην πνευματική ζωή.
Ωστόσο, δεν είναι εύκολο ν΄ αγκαλιάζεις το σκοτάδι με αγαθότητα και αγάπη, φωτίζοντας το, παρότι αυτό είναι το ορθόδοξο πνεύμα: Να ευλογείς, δηλαδή, αυτούς που σε καταριώνται και να σταυρώνεσαι για τους εχθρούς σου".
"Τι σημαίνει «γνώθι σαυτόν»; Να αντιλαμβάνεσαι αμέσως τη διάθεση της ψυχής ύστερα από κάθε γεγονός, κάθε συνάντηση, κάθε πράξη. Προς τα πού κινείται; Προς την αγαθότητα η την κακότητα; Προς την αγάπη η την αγανάκτηση; Προς την ευσπλαχνία η τη σκληροκαρδία;
Κάποτε ο π. Πορφύριος κινδύνευσε να χάσει τη χάρη διότι πήγε να δείξει μεγαλύτερη εύνοια σε συγγενικό του πρόσωπο. Κατάλαβε εκ πείρας πως, αν δεν αγαπάς κάθε άνθρωπο εξίσου, δεν μπορείς να διατηρήσεις τη θεία χάρη. Και εμείς κολλάμε στο γράμμα, στον τύπο, στα εξωτερικά γεγονότα.
Η αγιότητα ξεκινά από τα μύχια της ψυχής. Όποιος προσέχει τις κινήσεις της καρδίας του και φροντίζει να μεταδίδει πάντοτε αγαθή διάθεση προς όλους, ανεξαιρέτως, γρήγορα θα προχωρήσει στην πνευματική ζωή.
Ωστόσο, δεν είναι εύκολο ν΄ αγκαλιάζεις το σκοτάδι με αγαθότητα και αγάπη, φωτίζοντας το, παρότι αυτό είναι το ορθόδοξο πνεύμα: Να ευλογείς, δηλαδή, αυτούς που σε καταριώνται και να σταυρώνεσαι για τους εχθρούς σου".
Ὑγιεῖς ἐνδοοικογενειακές σχέσεις κατά τή διδασκαλία τῶν σύγχρονων γερόντων,
- Αὐθεντικά πρότυπα
Ὁ γέροντας Πορφύριος δίδασκε ὄχι μόνο μέ τό λόγο, ἀλλά καί μέ τή σιωπή του, πολλές φορές δέ μόνο μέ τήν παρουσία του. Ἄκουγε μέ προσοχή, ὑπομονή καί συγκατάβαση. Ἀπαντοῦσε μέ καλοσύνη. Δέν δυσφοροῦσε.
Τά ὑγιῆ πρότυπα ἔχουν τή μεγαλύτερη δύναμη ἀπό ὅλες τίς πνευματικές γνώσεις. Ὁ ἴδιος ὁ γέροντας ἔλεγε ὅτι ὅταν πῆγε στό Ἅγιο Ὄρος βρῆκε ἁγιασμένους ἀσκητές, μοναχούς οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν μέ ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες καί ἔτσι ἦταν εὔκολο γιά αὐτόν νά παρασυρθεῖ σέ πνευματικές ἀναβάσεις. Τό ἁγιασμένο κλίμα πού συνάντησε ἐκεῖ τοῦ δυνάμωνε τό ζῆλο γιά ἀσκητικούς ἀγῶνες καί μέθεξη τοῦ Θεοῦ.
Συχνά ἔλεγε ἕνα ὡραῖο παράδειγμα γιά νά τονίσει τή δύναμη πού ἔχουν τά πρότυπα στή ζωή μας, στή διαμόρφωση τοῦ χαρακτήρα μας: ὅταν ἕνα κοπάδι μέ πρόβατα φοβᾶται νά περάσει μία στενή γέφυρα, ὁ τσοπάνος παίρνει στήν ἀγκαλιά του ἕνα προβατάκι ἀναγκάζοντας τήν προβατίνα καί κατόπιν ὅλο τό κοπάδι νά ἀκολουθήσει.
Σήμερα γνωρίζουμε πώς ἡ κοινωνία μας προβάλλει στά παιδιά μας ἥρωες οἱ ὁποῖοι μόνο στή φαντασία κάποιων πολυεθνικῶν ἑταιρειῶν καί σκηνοθετῶν δημιουργοῦνται γιά νά προωθοῦν οἰκονομικά συμφέροντα. Ἔτσι τά παιδιά μας μεγαλώνουν στό φανταστικό κόσμο τῶν Σούπερμαν καί τῶν Χάρυ Πότερ ὅπου ἐξυμνεῖται μία ψεύτικη παντοδυναμία πού λαμβάνεται ἄκοπα. Αὐτό δημιουργεῖ ἔντονα προβλήματα στίς καρδιές τους: ἀπό τή μία πλευρά θαυμάζουν καί ποθοῦν αὐτή τή δύναμη καί ἀπό τήν ἄλλη βλέπουν πώς αὐτή ἡ δύναμη δέν ὑπάρχει σέ αὐτά.
«Τά καλά ἀγαθά κόποις κτῶνται» καί αὐτό μαρτυρεῖ ἡ πείρα τῆς ζωῆς. Ἡ εὐημερία ὅμως καί ἡ ἄνεση τῆς ἐποχῆς μας ἀδυνατίζει ὅλες τίς προϋποθέσεις ἀποκτήσεως πνευματικῶν δυνάμεων στά παιδιά. Δίνοντας τους ὑγιῆ πρότυπα τά βοηθᾶμε νά δοῦν τή ζωή τῶν μεγάλων ἡρώων τοῦ ἔθνους μας καί τῶν Ἁγίων τῆς πίστεώς μας, δηλαδή τή μέσα ἀπό μεγάλους πειρασμούς καί δοκιμασίες, εὐδοκίμησή τους στήν ἀρετή. Παραπέρα αὐτό τά βοηθᾶ νά μήν ἀπελπίζονται μέ τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς, καθώς θά γνωρίζουν πώς μόνο μέσα ἀπό αὐτές θά ξεπετιῶνται ὅλες οἱ εὐλογημένες καί καρποφόρες στιγμές τους.
Ὁ γέροντας Πορφύριος συνιστοῦσε στούς γονεῖς νά συνδέονται σάν οἰκογένεια μέ πνευματικούς ἀνθρώπους ἀλλά καί μέ γέροντα πνευματικό γιά νά ἔχουν ἔτσι τά παιδιά τούς ζωντανά πρότυπα ἀρετῆς. Σήμερα πού τό κακό ἔχει σηκώσει κεφάλι καί τείνει νά γίνει μόδα, ἡ προσέγγιση ἁγίων χαρισματικῶν ἀνθρώπων θεωρεῖται ἀναγκαία ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Δύναται νά ἀνάψει στίς καρδιές τῶν παιδιῶν μας, πού ἔτσι ἤ ἀλλιῶς ἀρέσκονται στό νά μαθαίνουν ἱστορίες δύναμης, τόν πόθο τῆς μιμήσεως καί νά δώσει νόημα στά ἀδιέξοδά τους.
Στό βίο τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ διαβάζουμε ὅτι ἔμαθε ἀπό τόν κατά σάρκα πατέρα του νά μήν λυπᾶται γιά τήν ἀπώλεια περιουσιῶν. Γράφει σχετικά: «Ὅταν συνέβαινε κάποια δυστυχία στό σπίτι μας, ὁ πατέρας μου ἔμενε ἤρεμος. Μετά τήν πυρκαγιά ἔλεγαν στόν πατέρα μου μέ συμπάθεια: «Κάηκες, Ἰβάν Πέτροβιτς». Ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε: «Ὁ Θεός θά δώσει νά διορθωθοῦν τά πράγματα». Περνούσαμε κάποτε κοντά ἀπό τό χωράφι μας καί εἶπα στόν πατέρα μου: « Νά, μᾶς κλέβουν τά δεμάτια». Καί ἐκεῖνος μοῦ εἶπε: «Ἔ, παιδί μου, ὁ Κύριός μᾶς ἔδωσε ἀρκετό ψωμί. Αὐτός πού κλέβει, σημαίνει ὅτι ἔχει ἀνάγκη». Συνέβη ἄλλοτε νά πῶ στόν πατέρα μου: «Δίνεις πολλή ἐλεημοσύνη. Ἄλλοι ὅμως πού ζοῦν καλύτερα ἀπό ἐμᾶς, δίνουν λιγότερα». Ἀλλά ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε: «Ἔ, παιδί μου ὁ Κύριος θά δώσει σέ μᾶς». Καί ὁ Κύριος δέν ματαίωσε τήν ἐλπίδα του». Ὁ πατέρας τοῦ Ἁγ. Σιλουανοῦ ἦταν τό πρῶτο μεγάλο πρότυπό του στήν κατά Θεόν πορεία τῆς μετέπειτα ζωῆς του.
Ἡ μητέρα τοῦ γέροντος Παϊσίου τοῦ ἔδωσε ἀπό τά πρῶτα παιδικά χρόνια αὐστηρή ἀγωγή. Λέει ὁ γέροντας: «Ὅταν ἤμουν μικρός, τά περνοῦσα τά παιδιά στό τρέξιμο. Ἐκεῖνα δέν μέ ἄφηναν νά τρέξω, μέ ἔδιωχναν. Προσφυγόπουλο μέ ἔλεγαν. Πήγαινα μετά στήν μάνα μου μέ κλάματα. “Τι ἔχεις καί κλαῖς;” μοῦ ἔλεγε ἐκείνη. “Δεν μ’ ἀφήνουν τά παιδιά νά τρέξω”, τῆς ἔλεγα. “Θέλεις νά τρέξεις; Νά αὐλή, τρέξε. Γιατί θέλεις νά τρέχεις ἐκεῖ, γιά νά σέ βλέπουν οἱ ἄλλοι καί νά σοῦ λένε μπράβο; Αὐτό ἔχει ὑπερηφάνεια”.
»Ἄλλη φορά ἤθελα νά παίξω μέ τό τόπι καί δέν μέ ἄφηναν τά παιδιά. Πήγαινα πάλι στήν μάνα μου κλαίγοντας. “Τι ἔγινε, γιατί κλαῖς πάλι;”, μέ ρωτοῦσε. “Δεν μ’ ἀφήνουν τά παιδιά νά παίξω μέ τό τόπι!”, τῆς ἔλεγα. “Αυλή μεγάλη ἔχουμε, τόπι ἔχεις, παῖξε ἐδῶ. Τί θέλεις νά σέ βλέπουν οἱ ἄλλοι, γιά νά σέ καμαρώνουν; αὐτό ἔχει ὑπερηφάνεια”. Τότε σκέφτηκα: “δίκαιο ἔχει ἡ μητέρα”. Ἔτσι σιγά σιγά δέν ἤθελα οὔτε νά τρέχω οὔτε νά παίζω τό τόπι μπροστά στόν κόσμο, γιατί κατάλαβα ὅτι αὐτό εἶχε μέσα ὑπερηφάνεια καί ἔλεγα: “Πράγματι, τί χαμένα πράγματα! Δίκαιο ἔχει”. Ὕστερα τόσο πολύ δέν μέ πείραζε, πού ὅταν ἔβλεπα τά ἄλλα παιδιά νά τρέχουν, νά χτυποῦν τό τόπι καί νά καμαρώνουν, γελοῦσα καί ἔλεγα “τί κάνουν;” , καί ἤμουν μικρό παιδί, τρίτη δημοτικοῦ πήγαινα. Μετά ζοῦσα μία φυσιολογική ζωή. Ἔτσι τώρα ἄν μου ποῦν “τί προτιμᾶς, νά ἀνέβης Αὔγουστο μήνα ξυπόλυτος στόν Ἄθωνα μέσα στά πουρναρόφυλλα ἤ νά πᾶς σέ μία τελετή πού θά σοῦ φορέσουν μανδύα;”, θά πῶ ὅτι προτιμῶ νά πάω ξυπόλυτος στόν Ἄθωνα. Ὄχι ἀπό ταπείνωση, ἀλλά γιατί αὐτό μέ ἀναπαύει».
Ἡ μητέρα του ἐπίσης τοῦ ἔμαθε νά λέει τήν εὐχή. «Ὅταν σάν παιδιά κάναμε καμία ἀταξία, λέει ὁ γέροντας, καί πήγαινε νά θυμώσει, τήν ἄκουγα πού ἔλεγε: “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ”. Ὅταν ἔβαζε τό ψωμί στό φοῦρνο ἔλεγε: “εἰς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας”. Καί ὅταν ζύμωνε καί ὅταν μαγείρευε, πάλι ἔλεγε συνέχεια τήν εὐχή. Ἔτσι ἁγιαζόταν ἡ ἴδια, ἁγιαζόταν καί τό ψωμί καί τό φαγητό πού ἔκανε, ἁγιάζονταν αὐτοί πού τό ἔτρωγαν ».
Ἀλλά καί γιά τόν γέροντα Χατζη-Γεώργη τόν Ἀθωνίτη ἀσκητή, γράφει ὁ Π. Παϊσιος στόν δ’ τόμο τῶν διδαχῶν του: «ἀκόμη καί τό γάλα αὐτῆς τῆς εὐλογημένης μάνας, πού θήλαζε ὁ Γαβριήλ - τό κατά κόσμον ὄνομα τοῦ Γέροντα Χατζη-Γεώργη - ἦταν ἀσκητικό! Εἶχε ἀποκτήσει δυό παιδιά καί ὕστερα ζοῦσαν μέ τόν σύζυγό της ἐν παρθενίᾳ, ἀγαπημένοι σάν ἀδέλφια. Εἶχε ἀσκητικό πνεῦμα ἀπό μικρή, γιατί εἶχε ἀδελφή μοναχή, ἀσκήτρια, τήν ὁποία ἐπισκεπτόταν καί ἀργότερα μέ τά παιδιά της. Ὁ πατέρας τοῦ Γαβριήλ ἦταν καί αὐτός εὐλαβής καί ἀσχολοῦνταν μέ τό ἐμπόριο, γι’ αὐτό τόν περισσότερο καιρό τόν περνοῦσε στά ταξίδια. Αὐτό ἔδινε τήν εὐκαιρία στήν μητέρα του νά ζῆ ἁπλά, νά μήν “μεριμνᾶ καί τυρβάζει περί πολλά”, νά τόν παίρνει μαζί της καί νά ἀγρυπνεῖ μέ ἄλλες γυναῖκες πότε στίς σπηλιές καί πότε στά ἐξωκλήσια. Γι’ αὐτό μετά ἔφθασε σέ τέτοια μέτρα ἁγιότητος».
Ἀλλά καί ἡ μητέρα τοῦ μακαριστοῦ θεοφόρου γέροντος Ἰακώβου ἔπαιξε καθοριστικό ρόλο στήν Ἁγιασμένη πορεία του. Διαβάζουμε στή βιογραφία του: «Μετά τό θάνατο τῆς γιαγιᾶς, τόν παρακολουθοῦσε ἡ μητέρα του, πού τήν εἴχανε γεράσει τά βάσανα πρίν πατήσει τά σαράντα της. Σπουδαία γυναίκα, ἐννιά παιδιά εἶχε κάνει καί ζοῦσαν τά τρία. Λίγο ἀσθενική ἀπό φυσικοῦ της, ἀπόγινε ἀπό τή νηστεία, τίς στενοχώριες καί τίς ἀρρώστιες.
Ἔδωσε ἀνατροφή καλή στά παιδιά της. Τά ἔμαθε νά μήν ἁπλώνουνε σέ ξένο πράγμα. Προσφυγάκια καί φτωχά, μά καρπό ἀπό ξένο δένδρο δέν ἔκοβαν. Μία φορά περνούσανε ἀπό ἕνα χωράφι μέ ἀχλαδιές. Τά παιδάκια πεινοῦσαν. Κάτω εἴχανε πέσει ἀχλάδια καί τά ἔτρωγαν πρόβατα. Ζήλευαν τά παιδάκια, μά πάλι δέν ἅπλωσαν χέρι νά πάρουν ἀπό ξένο δένδρο. Τηρούσανε τήν ἐντολή τῆς μητέρας. Τούς δίδαξε τήν ἐλεημοσύνη. Καί ὄχι ἁπλά πράγματα. Ἔφτανε στό σημεῖο νά δίνει σέ φτωχούς τά ροῦχα τοῦ ἄντρα της τοῦ Σταύρου καί τοῦ Ἰάκωβου. Πηγαίνανε νά ἀλλάξουν τό Σάββατο καί δέν τά ἔβρισκαν. Ἀπό τήν μητέρα του ἔμαθε ὁ Ἰάκωβος τή μεγάλη λιτότητα στή ζωή του.
Μεγάλες μορφές ἀναδείχθησαν καί οἱ σεπτές μητέρες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Ἀφανεῖς ἡρωίδες μέ ἡρωικές καρδιές, πού βοήθησαν τά παιδιά τους νά γίνουν μέγιστοι φωστῆρες τοῦ κόσμου.
Ἡ Ἐμμέλεια, ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀπέκτησε δέκα παιδιά. Ὑπῆρξε μητέρα πολύτεκνος καί καλλίτεκνος ἀλλά καί «φιλανθρωποτάτη», ὅπως τήν χαρακτήρισε ὁ υἱός της Βασίλειος γιά τήν ἀγάπη της πρός τούς πτωχούς καί πάσχοντες.
Ἡ Νόννα, ἡ μητέρα τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἦταν ἡ «εὐχομένη», ἡ προσευχομένη μητέρα, ἀλλά καί ἡ «ἀνδρικωτάτη», ἡ γενναία, ἡ ὁποία διά τῶν πολλῶν καί θερμῶν προσευχῶν της ἐπετέλεσε θαυμαστά ἔργα στήν πολυκύμαντη ζωή της.
Ἡ Ἀνθοῦσα, ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, σέ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν βρέθηκε στό καμίνι τῆς θλίψης, τῆς τόσο πρόωρης χηρείας. Καί φανερώθηκε ἡ πιστή καί ἰσχυρή, ἡ ὑπομονετική καί ἀντρόφρων γυναίκα πού ἀφιερώθηκε στόν ὀρφανό γιό της πού ἦταν γι’ αὐτήν ἕνας κόσμος ὁλόκληρος, καί ἔτρεφε στήν ἀγκάλη της τόν γίγαντα τῆς πίστης.
Ὁ θεολόγος Γρηγόριος ἔγραψε σέ πολύστιχο ποίημα γιά τούς γονεῖς του:
«Τρυφερό παιδί ἤμουν ἀκόμα, ὄχι ἀκριβῶς παιδί…
Ἀλλά οἱ γονεῖς μου ἐζωγράφιζαν εἰς τόν νοῦν μου ὄχι μ’ ἄσχημα
χρώματα καί μ’ ἐδίδασκαν σωστά μέ τήν ἀρετή [...] θρεμμένος μέ ὅλα τά καλά ἀπό τά σπάργανα εἶχα ἀπό τό σπίτι παραδείγματα ἄριστα […] καί εἶχα γιά συντροφιά τούς ἀρίστους εἰς τόν τρόπο».
Ἀδελφοί μου, ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο νά ἀναδεικνύει πάντοτε γονεῖς πρότυπα ἀρετῶν γιά νά λαμπρύνεται ἡ οἰκουμένη μέ ἁγιασμένες μορφές ὅπως ἦσαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες.
Στό Ἅγιον Ὄρος ἡ ζωή τῶν μοναχῶν, μέ ἕνα τρόπο μυστικό δονεῖ μέ κύματα ἀγαλλιάσεως τίς καρδιές τῶν προσκυνητῶν. Ἐκεῖ ὅλα τά διακονήματα λειτουργοῦνται μέ προσευχή, ὑπακοή καί σιωπή. Ἔτσι ἀποκτοῦν χάρη καί μεταδίδουν χάρη. Πιστεύουμε πώς ὅταν οἱ γονεῖς ζοῦν καί κινοῦνται μέ αὐτό τό εὐλογημένο τρίπτυχο τῶν ἀρετῶν, οἱ ἐνδοοικογενειακές σχέσεις θά διαμορφώνουν ἁγιασμένες προσωπικότητες.